Ο τομέας της ανάπτυξης γης και των κατασκευών είναι πλέον αναγνωρισμένο ότι είναι ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες της κυπριακής οικονομίας. Τόσο γιατί η συνεισφορά του στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) ξεπερνά το 10% και εργοδοτεί χιλιάδες εργαζόμενους όσο και γιατί παραδοσιακά αποτελεί τομέα προσέλκυσης άμεσων ξένων επενδύσεων.
Ταυτόχρονα, η συμβολή του στο νέο σκηνικό που διαμορφώνεται διεθνώς και πρωτίστως σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) σε σχέση με τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής είναι μεγάλη και γι’ αυτό στα πλαίσια του Κανονισμού 2020/852 (ΕU Taxonomy) σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων και του Κανονισμού 2019/2088 (EUSFDR) περί γνωστοποιήσεων αειφορίας στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών ( Βιώσιμη Χρηματοδότηση και Επενδύσεις (Sustainable Finance and Investments) έχουν τεθεί συγκεκριμένα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τον προσδιορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες η συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα θεωρείται ότι συμβάλλει σημαντικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και στον προσδιορισμό του κατά πόσον αυτή η οικονομική δραστηριότητα δεν επιβαρύνει σημαντικά οποιονδήποτε από τους άλλους περιβαλλοντικούς και βιώσιμης ανάπτυξης στόχους, που προβλέπονται στους σχετικούς ευρωπαϊκούς κανονισμούς (Environmental, Social, Governance (ESG)).
Δικαιολογημένα η ΕΕ δίδει ιδιαίτερα σημασία στον τομέα των ακινήτων, αφού σύμφωνα με υπολογισμούς τα κτίρια ευθύνονται περίπου για το 40 % της κατανάλωσης ενέργειας και το 36% των εκπομπών άνθρακα στις χώρες της Ένωσης (2020). Τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου αφορούν από την κατασκευή νέων κτιρίων, την ανακαίνιση κτιρίων, την εγκατάσταση εξοπλισμού ενεργειακής απόδοσης, τις επιτόπιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την παροχή ενεργειακών υπηρεσιών και την απόκτηση και την ιδιοκτησία κτιρίων. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται σε κάθε πτυχή που αφορά την κατασκευή ενός κτιρίου από τα συστήματα στέγης και τοίχων μέχρι τα παράθυρα και τις πόρτες με συγκεκριμένες τιμές ενεργειακής απόδοσης, τις ηλεκτρικές συσκευές υψηλής ενεργειακής απόδοσης και τα συστήματα θέρμανσης χώρων και νερού οικιακής χρήσης, ψύξης και αερισμού. Οι Κανονισμοί της ΕΕ, με συνέχεις αναβαθμίσεις προβλέπουν και δίνουν έμφαση σε μεγαλύτερο τεχνικό βάθος με λεπτομέρεια σε στοιχεία των δομικών υλικών και των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται στην ανέγερση ενός κτηρίου λαμβάνοντας υπόψη π.χ. στην ανάπτυξη βλάστησης, σε ενεργειακά αποδοτικά συστήματα αυτοματισμού και χρήσης ηλιακής ενέργειας , ηλεκτρικών συσκευών και παρακολούθησης των κύριων φορτίων ηλεκτρικής ενέργειας ή θερμότητας των κτηρίων. Παράλληλα, αντίστοιχη έμφαση δίδεται σε σχέση με τη μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία (Circular Economy) γι’ αυτό και η ΕΕ ζητά όπως υιοθετούνται τεχνικές που υποστηρίζουν ανάμεσα σ’ άλλα την επαναχρησιμοποίηση και τη χρήση δευτερογενών πρώτων υλών και επαναχρησιμοποιούμενων κατασκευαστικών υλικών και τον σχεδιασμό για υψηλή ανθεκτικότητα, ανακυκλωσιμότητα και εύκολη αποσυναρμολόγηση και προσαρμοστικότητα των προϊόντων που κατασκευάζονται και προωθούνται για χρήση σε όλο τον κατασκευαστικό τομέα. Υπενθυμίζεται ότι ειδικά κριτήρια έχουν τεθεί στις πρώτες ύλες για την παραγωγή τσιμέντου, αλουμινίου, σιδήρου και χάλυβα.
Προφανώς το παρόν δεν πρόκειται για κάποιο τεχνικό άρθρο που διεκδικεί τη θέση του στο πεδίο των εξελίξεων της κατασκευής κτήριών και οικοδομικών αναπτύξεων. Όλα τα πιο πάνω όμως, αποτελούν μία καλή ένδειξη για το τι σημαίνει στην πράξη η μετάβαση στην πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη για τον τομέα των ακινήτων. Ουσιαστικά, πλέον τα κτίρια δεν μπορούν απλώς να βαφτίζονται «πράσινα» χωρίς τεκμηρίωση ή παραπλανητικά καθώς το φαινόμενο «Greenwashing», αλλιώς «Πράσινο Ξέπλυμα», ελλοχεύει. Ως έχει σημειωθεί σε προηγούμενο μας άρθρο, εκ των γεγονότων έχει παρατηρηθεί, ότι οι συνέπειες μπορεί να είναι και οικονομικές αλλά κυρίως στη φήμη της εταιρείας.
Με δεδομένη τη διαχρονική ανάπτυξη του τομέα στην Κύπρο αλλά και τις πρόσφατες εξελίξεις με την κάθοδο πολλών διεθνών εταιρειών, κυρίως τεχνολογίας, η ζήτηση για σύγχρονα και περιβαλλοντικά φιλικά γραφειακά και οικιστικά κτίρια είναι έντονη. Τόσο για αγορά όσο και για ενοικίαση. Οι συγκεκριμένες εταιρείες δίδουν ιδιαίτερη έμφαση σε θέματα Βιωσιμότητας λόγω και της αντίστοιχης πίεσης που δέχονται από τους επενδυτές τους, και γι’ αυτό αναζητούν κτίρια που πληρούν τα προαναφερόμενα περιβαλλοντικά κριτήρια. Είναι παραδεκτό γεγονός ότι σήμερα η ζήτηση για τέτοιες κτιριακές εγκαταστάσεις ξεπερνά την προσφορά, άρα, μεσοπρόθεσμα, κι αυτό αφορά τα κτίρια που ξεκινούν και κατασκευάζονται σήμερα, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα συγκεκριμένα κριτήρια. Άλλωστε, και οι τράπεζες πλέον ζητούν μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων προτού προχωρήσουν στη δανειοδότηση ενός έργου (Sustainable Finance).
Οι επιχειρηματίες του τομέα ανάπτυξης γης, υποχρεούνται και οφείλουν να ακολουθήσουν τους κανόνες για κατασκευή πιο πράσινων κτιρίων. Μπορεί βραχυπρόθεσμα το κόστος να είναι μεγαλύτερο αλλά τα οφέλη είναι τεράστια αφού τη δημιουργία πράσινων κτιρίων επιδιώκουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, οι διεθνείς επενδυτές, οι αγοραστές/ενοικιαστές και εν τέλει η κοινωνία γενικότερα. Εφαρμόζοντας τη σωστή στρατηγική και ακολουθώντας τα κατάλληλα κριτήρια, οι εταιρείες ανάπτυξης γης και κατασκευών στην Κύπρο έχουν την ευκαιρία να συμβάλλουν στην προσπάθεια για ένα καλύτερο κόσμο δημιουργώντας συνθήκες μακροχρόνιας Βιωσιμότητας υποστηρίζοντας την υλοποίηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ).